Η κυβέρνηση Παπαδήμου δεν έχει συμπληρώσει ούτε ένα μήνα από τη
συγκρότησή της αλλά ήδη πολλοί, ίσως και ο κ. Παπαδήμος, παραδέχονται
ότι το γεγονός ότι δεν σχηματίσθηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό αλλά
από τα κόμματα που την συναποτελούν, είναι ένα μεγάλο μειονέκτημα.
Όπως, επίσης, λάθος αποδεικνύεται και το γεγονός ότι ετέθησαν χρονικοί περιορισμοί για την ολοκλήρωση του έργου της κυβέρνησης Παπαδήμου. Πολύ περισσότερο όταν αυτοί οι χρονικοί περιορισμοί μπορεί να αποτελέσουν όπλο σε κάθε πολιτικό αρχηγό που δεν θέλει την επιτυχία της συγκεκριμένης κυβέρνησης, προκειμένου να αποδείξει ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην Ελλάδα δεν «περπατάνε». Που σημαίνει ότι η συγκεκριμένη υπόθεση μπορεί να εξελιχθεί σε «ωρολογιακή βόμβα» για την παρούσα κυβέρνηση.
Ωστόσο, με την πάροδο των ημερών προέκυψε ένα ακόμα πρόβλημα.
Με δεδομένη την εσωτερική κατάσταση στο ΠΑΣΟΚ και το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν άμεσα οι διαδικασίες διαδοχής του Γ. Παπανδρέου, αλλά και με ενισχυμένα τα σενάρια διάσπασης του κόμματος αν ο κ. Παπανδρέου επιμείνει στην αντίληψη ότι η θέση του προέδρου του ανήκει, βλέπουμε να εξελίσσεται ένας αγώνας δρόμου μεταξύ των υποψηφίων επίδοξων αρχηγών, οι οποίοι χρησιμοποιούν την υπουργική τους καρέκλα, ξεκάθαρα, πλέον, για προσωπικό όφελος. Τούτο, συμβαίνει όχι μόνο από τους υποψηφίους αλλά και από τους πολέμιούς τους.
Ζούμε λοιπόν μια ιδιότυπη ενδοκυβερνητική αντιπαράθεση που έχει τις ρίζες της στα εσωκομματικά του ΠΑΣΟΚ, η οποία, όμως, (αντιπαράθεση) ενισχύεται και από τις υπονομεύσεις κομμάτων που τύποις μόνο συγκυβερνούν αφού, έχουν εφεύρει τον αδόκιμο πολιτικά όρο της… κυβερνοαντιπολίτευσης, ο οποίος, ως πολιτική στάση, έχει προκαλέσει σύγχυση και την αντίληψη “Dr Jekyll – Mr Hyde”, στους οπαδούς και ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας.
Με αυτό το σκηνικό όμως δεν γίνεται να έχει θετικό αποτέλεσμα η Κυβέρνηση Παπαδήμου. Και αν για κάθε κυβέρνηση –όπου κι αν ανήκει κανείς κομματικά- ευχόμαστε να επιτύχει για το καλό της Ελλάδος, στην παρούσα περίπτωση όλοι ευχόμαστε να επιτύχει όχι μόνο για το καλό, αλλά για την επιβίωση της Ελλάδος.
Για να έχει θετικό αποτέλεσμα μια κυβέρνηση συνεργασίας πρέπει να υπάρχει σύμπνοια μεταξύ των μελών της και αφοσίωση στον κοινό σκοπό, ή μάλλον στην παρούσα περίπτωση στον κοινό εθνικό στόχο. Δυστυχώς, όμως, κάποιοι βλέπουν τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Παπαδήμου είτε ως ευκαιρία πολιτικής ανέλιξης, είτε ως ευκαιρία για ξεκαθάρισμα πολιτικών λογαριασμών.
Μπροστά σε αυτήν κατάσταση ο πρωθυπουργός πρέπει να αναλάβει ρόλο και να αποφασίσει τι είδους υπουργούς θέλει. Θέλει υπουργούς που παράγουν εθνικό έργο ή θα προχωρήσει –όσο αντέξει- ανεχόμενος αυτήν την κατάσταση που ούτε τον ίδιο τιμά ούτε το στόχο της κυβέρνησής του υπηρετεί.
Για να μπει τέλος σε αυτήν την κατάσταση δύο λύσεις υπάρχουν:
Ή ο κ. Παπαδήμος να λειτουργήσει με βάση τις αρμοδιότητες που του δίνει το Σύνταγμα και να αρχίσει να… απολύει υπουργούς.
Ή να ζητήσει από τους αρχηγούς των κομμάτων να αντικαταστήσουν τους υπουργούς του με πολιτικά πρόσωπα που είναι διατεθειμένα να προχωρήσουν στη λήψη αποφάσεων χωρίς να σκέφτονται το πολιτικό κόστος. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει, ίσως, τα πρόσωπα που είναι υπουργοί να δεσμευθούν ότι δεν θα πολιτευθούν στις επόμενες εκλογές. Είναι κι αυτός ένας τρόπος για να απαλλαγούν από το πολιτικό κόστος στη λήψη επώδυνων αλλά αναγκαίων αποφάσεων που χρειάζεται ο τόπος για να φύγει, επιτέλους, μπροστά η ελληνική οικονομία.
Η επιλογή ανήκει στον Πρωθυπουργό, αν και πιο εφαρμόσιμη μοιάζει η πρώτη περίπτωση.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι σύντομα ο κ. Παπαδήμος θα κληθεί να λάβει αποφάσεις και να έλθει σε συγκρούσεις με κόμματα και υπουργούς. Και σε αυτήν την περίπτωση είναι καλό να έχει ο ίδιος την πρωτοβουλία των κινήσεων διαμορφώνοντας τις εξελίξεις και όχι να σύρεται πίσω από αυτές. Και μπορεί να το επιτύχει αν συνειδητοποιήσει πόσο σημαντική για το μέλλον της χώρας είναι η παρουσία του στη θέση του που κλήθηκε να υπηρετήσει.
Όπως, επίσης, λάθος αποδεικνύεται και το γεγονός ότι ετέθησαν χρονικοί περιορισμοί για την ολοκλήρωση του έργου της κυβέρνησης Παπαδήμου. Πολύ περισσότερο όταν αυτοί οι χρονικοί περιορισμοί μπορεί να αποτελέσουν όπλο σε κάθε πολιτικό αρχηγό που δεν θέλει την επιτυχία της συγκεκριμένης κυβέρνησης, προκειμένου να αποδείξει ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην Ελλάδα δεν «περπατάνε». Που σημαίνει ότι η συγκεκριμένη υπόθεση μπορεί να εξελιχθεί σε «ωρολογιακή βόμβα» για την παρούσα κυβέρνηση.
Ωστόσο, με την πάροδο των ημερών προέκυψε ένα ακόμα πρόβλημα.
Με δεδομένη την εσωτερική κατάσταση στο ΠΑΣΟΚ και το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν άμεσα οι διαδικασίες διαδοχής του Γ. Παπανδρέου, αλλά και με ενισχυμένα τα σενάρια διάσπασης του κόμματος αν ο κ. Παπανδρέου επιμείνει στην αντίληψη ότι η θέση του προέδρου του ανήκει, βλέπουμε να εξελίσσεται ένας αγώνας δρόμου μεταξύ των υποψηφίων επίδοξων αρχηγών, οι οποίοι χρησιμοποιούν την υπουργική τους καρέκλα, ξεκάθαρα, πλέον, για προσωπικό όφελος. Τούτο, συμβαίνει όχι μόνο από τους υποψηφίους αλλά και από τους πολέμιούς τους.
Ζούμε λοιπόν μια ιδιότυπη ενδοκυβερνητική αντιπαράθεση που έχει τις ρίζες της στα εσωκομματικά του ΠΑΣΟΚ, η οποία, όμως, (αντιπαράθεση) ενισχύεται και από τις υπονομεύσεις κομμάτων που τύποις μόνο συγκυβερνούν αφού, έχουν εφεύρει τον αδόκιμο πολιτικά όρο της… κυβερνοαντιπολίτευσης, ο οποίος, ως πολιτική στάση, έχει προκαλέσει σύγχυση και την αντίληψη “Dr Jekyll – Mr Hyde”, στους οπαδούς και ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας.
Με αυτό το σκηνικό όμως δεν γίνεται να έχει θετικό αποτέλεσμα η Κυβέρνηση Παπαδήμου. Και αν για κάθε κυβέρνηση –όπου κι αν ανήκει κανείς κομματικά- ευχόμαστε να επιτύχει για το καλό της Ελλάδος, στην παρούσα περίπτωση όλοι ευχόμαστε να επιτύχει όχι μόνο για το καλό, αλλά για την επιβίωση της Ελλάδος.
Για να έχει θετικό αποτέλεσμα μια κυβέρνηση συνεργασίας πρέπει να υπάρχει σύμπνοια μεταξύ των μελών της και αφοσίωση στον κοινό σκοπό, ή μάλλον στην παρούσα περίπτωση στον κοινό εθνικό στόχο. Δυστυχώς, όμως, κάποιοι βλέπουν τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Παπαδήμου είτε ως ευκαιρία πολιτικής ανέλιξης, είτε ως ευκαιρία για ξεκαθάρισμα πολιτικών λογαριασμών.
Μπροστά σε αυτήν κατάσταση ο πρωθυπουργός πρέπει να αναλάβει ρόλο και να αποφασίσει τι είδους υπουργούς θέλει. Θέλει υπουργούς που παράγουν εθνικό έργο ή θα προχωρήσει –όσο αντέξει- ανεχόμενος αυτήν την κατάσταση που ούτε τον ίδιο τιμά ούτε το στόχο της κυβέρνησής του υπηρετεί.
Για να μπει τέλος σε αυτήν την κατάσταση δύο λύσεις υπάρχουν:
Ή ο κ. Παπαδήμος να λειτουργήσει με βάση τις αρμοδιότητες που του δίνει το Σύνταγμα και να αρχίσει να… απολύει υπουργούς.
Ή να ζητήσει από τους αρχηγούς των κομμάτων να αντικαταστήσουν τους υπουργούς του με πολιτικά πρόσωπα που είναι διατεθειμένα να προχωρήσουν στη λήψη αποφάσεων χωρίς να σκέφτονται το πολιτικό κόστος. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει, ίσως, τα πρόσωπα που είναι υπουργοί να δεσμευθούν ότι δεν θα πολιτευθούν στις επόμενες εκλογές. Είναι κι αυτός ένας τρόπος για να απαλλαγούν από το πολιτικό κόστος στη λήψη επώδυνων αλλά αναγκαίων αποφάσεων που χρειάζεται ο τόπος για να φύγει, επιτέλους, μπροστά η ελληνική οικονομία.
Η επιλογή ανήκει στον Πρωθυπουργό, αν και πιο εφαρμόσιμη μοιάζει η πρώτη περίπτωση.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι σύντομα ο κ. Παπαδήμος θα κληθεί να λάβει αποφάσεις και να έλθει σε συγκρούσεις με κόμματα και υπουργούς. Και σε αυτήν την περίπτωση είναι καλό να έχει ο ίδιος την πρωτοβουλία των κινήσεων διαμορφώνοντας τις εξελίξεις και όχι να σύρεται πίσω από αυτές. Και μπορεί να το επιτύχει αν συνειδητοποιήσει πόσο σημαντική για το μέλλον της χώρας είναι η παρουσία του στη θέση του που κλήθηκε να υπηρετήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου